Δευτέρα 4 Ιουνίου 2012

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο- Η ΧΡΟΝΟΠΥΛΗ



-θα την ανοίξω εγώ είπε ο Δημήτρης, έχουμε επιτέλους το μυστήριο μπροστά μας
-Δημήτρη δεν πρέπει, θα βάλεις σε μπελάδες τον φίλο σου αν δεν υπάρχει κάτι εκεί, και εκείνος μας άφησε το σπίτι του
-είμαι σίγουρος ότι κάτι υπάρχει , είσαι μαζί μου?
Μή μπορώντας να τον αποτρέψω, συμφώνησα μαζί του και τον άφησα να ανοίξει την πόρτα,πήγα τρέχοντας πρώτα μέσα πήρα την τσάντα με κάποια πράγματα και την κάμερα και μπήκαμε... για καλή μας τύχη η παραβίαση άξιζε, εκείνο δεν ήταν ένα απλό δωμάτιο, άλλα ένα τούνελ, πέταξα στην αρχή της πόρτας ένα γράμμα που χα γράψει σε περίπτωση που χανόμασταν και προχωρήσαμε. Ήταν θεοσκότεινα, ο φακός ίσα που μας έδειχνε το δρόμο.είχαμε προχωρήσει αρκετά, δεν θυμάμαι για πόση ώρα περπατούσαμε.Ξαφνικά ακούστηκε μια μουσική σαν νανούρισμα, αν και ήταν γλυκό, ανατρίχιασα!, άρπαξα τον Δημήτρη από το χέρι.Εκείνος γέλασε, βλέποντας με φοβισμένη.Δεν θα τσίριζα, να τον ευχαριστούσ. σκέφτηκα ίσως φτάναμε σε κάποια έξοδο και ακουγόταν ο ήχος από κάποιο σπίτι...σε λίγη ώρα ο φακός δεν μας χρειαζόταν πια, ένα φώς μας τύφλωνε και ερχόταν όλο και πιο κοντά μας, δεν βλέπαμε σχεδόν τίποτα, έπιασα το χέρι του πιο σφιχτά και τρέξαμε προς το φώς αυθόρμητα. Η ταχύτητα που τρέχαμε αυξήθηκε,πως γινόταν να τρέχουμε τόσο γρήγορα σκέφτηκα ή μήπως ο χρόνος κυλούσε γρήγορα και μας παρέσερνε. δεν μπορούσα ούτε να μιλήσουμε , ούτε να δούμε κάτι απλώς ένιωθα το χέρι του και δεν ένιωθα μόνη, ένιωθα ασφαλής...
-μην μ αφήσεις φώναξα εκείνος με κοίταξε
Το επόμενο που θυμάμαι είναι να ανοίγω τα μάτια μου, και να βλέπω τον Δημήτρη να προσπαθεί να με συνεφέρει ντυμένος σαν ιππότης φορώντας ένα καπέλο και μου ερχόταν να γελάσω αν και ζαλισμένη.
-γιατί είσαι ντυμένος σαν τζιγκιτζιγκιρλάκιας? τον ρώτησα εκείνος γέλασε
-τα καταφέραμε Λιάνα τα καταφέραμε μπήκαμε σε χρονοπύλη.!!!
πράγματι κοίταξα γύρω μου βρισκόμασταν σε σπίτι κατασκευασμένο από ξύλο, περιλάμβανε μόνο με ένα δωμάτιο και με φτωχό εξοπλισμό...
-πάρε αυτό και φόρα το μου είπε
ήταν ένα πανέμορφο ρόζ φόρεμα πριγκιπικό με ωραία γάντια και μια στέκα για τα μαλλιά
-γύρνα από την άλλη Μήτσο να αλλάξω
-ποοο σαν να μην έχω ξαναδεί γυναίκα και γύρισε
Ντύθηκα γρήγορα, μάζεψα νευρικά τα μαλλιά μου έβαλα την στέκα...ένιωθα σαν πριγκίπισσα...ο Δημήτρης μου είχε διαλέξει το πιο όμορφο φόρεμα.. είχε γούστο αναμφισβήτητα.
-πώς σου φαίνομαι? τον ρώτησα και υποκλίθηκα
-ρε Λιάκο δείχνεις σαν πριγκίπισσα .Είσαι πολύ ωραία! χαμογέλασε του το ανταπέδωσα.
-που τα βρήκες τα ρούχα ?
-όσο κοιμόσουν πήγα και τα βρήκα έξω! και γέλασε
-τα έκλεψες ? δεν μίλησε
-τι θα κάνουμε τώρα ?τον ρώτησα δεν έχουμε κανέναν να μας βοηθήσει
-έχουμε ο ένας τον άλλον Λιάκο, δεν θα αφήσω να πάθεις κακό
ήμουν σίγουρη γι αυτό, αν και τον ήξερα πολύ λίγο είχαμε μόνο ο ένας τον άλλον και έπρεπε να μείνουμε ενωμένοι.
                   Βγήκαμε έξω παντού σπίτια ξύλινα, περπατήσαμε λιγάκι, βρισκόμασταν σίγουρα σε κάποια άλλη εποχή οι δρόμοι δεν ήταν καλόφτιαγμένοι υπήρχαν μαγαζιά που γράφανε ράφτες και τα κοσμούσαν ενδύματα, αλλά το μάτι μου έπεσε σε ένα κάστρο ήταν πανέμορφο μαγεύτηκα δεν είχα ξαναδεί πιο όμορφο πράγμα ήθελα να ζήσω εκεί
-είναι όντως πανέμορφο είπε ο Δημήτρης
-που ξέρεις ότι σκεφτόμουν αυτό?
-το βλέπω ρε χαζούλα από το πως το κοιτάς
όσο προχωρούσαμε ο κόσμος μας κοίταζε περίεργα μερικοί υποκλίνοντα κιόλας, σκέφτηκα θα μας πέρασαν για αριστοκράτες έτσι όπως είμασταν ντυμένοι. μα που ήμασταν έπρεπε να ρωτήσουμε ένας χωρικός ήταν μπροστά μας και δούλευε
-με συγχωρείτε κύριε για την ενόχληση μπορούμε να σας κάνουμε κάποιες ερωτήσεις, αφού με κοίταξε για λίγο υποκλίθηκε και κίνησε το κεφάλι του καταφατικά.
-ποιανού είναι το κάστρο? σε ποιά εποχή είμαστε και ποιά χρονιά έχουμε ? είμαστε ταξιδιώτες από την αγγλία έχουμε χάσει το μέτρημα είπα χαμογελώντας όσο πιο γλυκά μπορούσα. εκέινος με κοίταξε ήταν σαν να έλεγε είναι παλαβή αλλά από σεβασμό βλέποντας με τόσο κομψή απάντησε
-είστε στην Αγγλία, lady το 1066 αυτό είναι το κάστρο του Γουλιέλμου του Νορμανδού, εισέβαλε στη Βρετανία και πέτυχε τη διάσημη ήττα του Βασιλιά Χάρολντ της Αγγλίας που θρυλείται ότι πέθανε χτυπημένος από βέλος στο μάτι κατά τη διάρκεια της Μάχης του Χάστινγκς. Ο Γουλιέλμος της Νορμανδίας ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Αγγλίας και της Σκωτίας...
ήμασταν δηλαδή στο μεσαίωνα και για όποιον δεν ξέρει τι είναι μεσαίωνας θα τον διαφωτίσω  έμεινε γνωστός ως η περίοδος των Σκοτεινών Αιώνων.περίοδο θρησκευτικού φανατισμού Κατά το Μεσαίωνα με μεγάλη επιρροή της εκκλησίας στην κοινωνική και προσωπική ζωή των ανθρώπων, πριγκίπισσες ιππότες, σταυροφορίες, χάσμα δυτικής και ανατολικής εκκλησίας.
-σας ευχαριστώ πολύ του είπα και του υποκλίθηκα είχε αρχίσει να μ αρέσει αυτό, ο Δημήτρης γελούσε κάθε φορά που έβλεπε να το κάνω . πεινούσαμε και ο Δημήτρης παραπονιόταν συνέχεια και εγώ γινόμουν ακόμα πιο  πολύ γκρινιάρα.
-βρισκόμαστε δηλαδή στον μεσαίωνα Μήτσο το όνειρο σου πραγματοποιήθηκε, αλλά πεινάμε
-σκάσε χαζούλα θα βρούμε βγάλε και εσύ λίγο μπούτι έξω
-Μήτσο!!! είπα ενοχλημένη εκείνος με κοίταξε απορημένος
-δεν με βολεύει το φόρεμα να το κάνω αυτό είπα γελώντας
               Μπροστά μας βρισκόταν μια εκκλησία και μέσα γινόταν γλέντι, ξαφνιαστήκαμε αλλά μπήκαμε μέσα βρίσκονταν κληρικοί και ιππότες και γλεντούσαν στην θέα μιας γυναίκας γύρισαν και με κοίταξαν όλοι νομίζω εκείνη την στιγμή κοκκίνησα.
-ασεβεία πετάχτηκε ένας κληρικός πάνω με γεμάτο το στόμα του από κρασί ο Δημήτρης μπήκε μπροστά
-πως μπορείτε και μιλάτε έτσι στην πριγκίπισσα Ζοζεφίνα είπε δυνατά χωρίς α φοβάται. τον θαύμασα και από πότε με λέγανε ζοζεφίνα. ο κληρικός κατέβασε τους τόνους του. είναι η ανιψιά του Γουλιέλμου ήρθε να δειπνήσει απόψε μαζί μας όλοι υποκλίθηκαν και το πίστεψαν. ο Δημήτρης με εξέπληξε.. έκατσα εκεί μου κάνανε χώρο και μας βάλανε να φάμε και μας πλουσιοπάροχα.μιλούσανε δυνατά και ήταν τόσο γελιοί,φανατικά θρησκευόμενοι, άπληστοι μου ερχόταν να τους σπάσω το κεφάλι αλλά τους χρειαζόμασταν. βάλανε μουσική και άρχισαν να χορεύουν μέσα σ αυτούς διέκρινα κάποιους πραγματικά εκλεπτισμένους
-γυναίκες γιατί δεν υπάρχουν στην γιορτή? ρώτησα
όλοι με κοίταξαν ο ίδιος πάλι σηκώθηκε και είπε
-μα η Εκκλησία δεσποινίς  τις θεωρεί σύμβολα της αμαρτίας και του κακού!
-ντροπή σας είπα γεμάτη αγκανάκτηση οι γυναίκες είναι ιερές φέρνουν ζωές στον κόσμο, εκείνη την στιγμή σώπασα όταν είδα μπροστά μου έναν άντρα να φοράει κορόνα και να τον ακολουθούν, ο Δημήτρης με κοίταξε. Κοκκάλωσα
-ποιά είναι αυτή η γυναίκα? ρώτησε ο βασιλιάς
-η πριγκίπισσα ζοζεφίνα, βασιλιά μου μας είπε ότι είναι η ανιψιά σας είπε ένας από τους ιππότες
με εξέτασε με μια γρήγορη ματιά και ύστερα φώναξε
-φέρτε την μπροστά μου, ο Δημήτρης σηκώθηκε να με βοηθήσει και δύο ιππότες τον κράταγαν δυνατά και ο κληρικός με άρπαξε και με πέταξε στα πόδια του.

KΕΦΑΛΑΙΟ 1ο - Το ταξίδι μου μέχρι τα ιωάννινα



               Οί μέρες πέρασαν οι μέρες η εξετάστική τελέιωσε και άρχισε επίσημα το καλοκαίρι. Ο Γιώργος ο φίλος μου έφυγε από νωρίς για το χωριό στους δικούς του μιας και είχε ξεμείνει από λεφτά και εγώ ήμουν έτοιμη για να πάω Ιωάννινα  αλλά πως θα ανακοίνωνα κάτι τέτοιο στους δικούς μου, ήξερα ήδη ότι θα άρχιζαν τν γκρίνια, που θα πάω, τα λεφτά αλλά έπρεπε να πάω ακόμα και αν έπρεπε να πω ψέματα!
Δειλά δειλά πλησίασα στο σαλόνι, όπου πάντα καθόταν ο μπαμπάς μου με το τηλεκοντρόλ στο χέρι αραγμένος στο καναπέ και η μάνα μου καθισμένη στο άλλο να ξεφυσάει κάθε δυο λεπτά που δεν μπορούσε να δει την αγαπημένη της εκπομπή.
-θα πάω Ιωάννινα τους είπα με την σχολή
-Ιωάννινα ? ρώτησε η μαμά μου μες στο καλοκαίρι κάτι καλύτερο δεν βρήκαν να σας πάνε?
-είναι κάτι σεμινάρια λογιστικής και το προτίμησαν, χρειάζομαι λεφτά
-πότε φεύγετε ?
-την παρασκευή έχω πληρώσει ήδη το εισητήριο μόνο τα λεφτά για την διαμονή μου θέλω...
-καλά είπε η μάνα μου, ο πατέρας μου συνέχισε να κοιτάει την τηλεόραση χωρίς καθόλου να κουνήσει το κεφάλι του, αλλά τώρα άρχισε να ξεφυσάει εκείνος...
έφυγα γρήγορα πριν το μετανιώσουν. πήρα αμέσως τον Δημήτρη τηλέφωνο να του πώ τα καλά νέα. Ξετρελάθηκε. εγώ ξεκίνησα τις προετοιμασίες πήγα για ψώνια, πήρα τις μπλούζες που του χα πει με την επιγραφή ghost Hunters και ένα δώρο... την επόμενη μέρα έφτιαξα τις βαλίτσες μου και το βράδυ κοιμήθηκα ευτυχισμένη που αύριο ήταν επιτέλους η μέρα της αναχώρησης μου.
Έφτά το πρωί βρισκόμουν στο σταθμό Κηφισού το πούλμαν έφευγε στις οχτώ είχα λίγη ώρα ακόμα έβάλα μέσα την βαλίτσα και μπήκα μέσα μετά, ήταν γεμάτο αλλά δεν ενοχλήθηκα, έβαλα τα ακουστικά και ξεκινήσαμε. δίπλα καθόταν ένα αγόρι σχετικά ωραίος, κοίταξε αλλά δεν έδωσα σημασία πως είχα γίνει τόσο ξενέρωτη, δεν μπορούσα να κοιτάξω άλλον άντρα εκτός από τον Γιώργο... παρόλα αυτά και εκείνου του έλεγα ψέματα,το αγόρι δίπλα μου ξαφνιάστηκε μάλλον θα είχε πολύ πέρασει και ενοχλήθηκε που ακόμα μια δεν έπεσε στα δίχτυα του, ίσως να μην με έβρισκε ιδιαίτερα όμορφη αλλά ήθελε να επιβεβαιωθεί, μου μίλησε λιγάκι, σε λίγο με πήρε ο ύπνος ούτε που το κατάλαβα, όταν ξύπνησα δεν είχαμε απομακρυνθεί και πολύ ήμασταν στο ρίο.
 σταματήσαμε δυο φορές για φαγητό. περάσαμε την Λειβαδιά και Ιωάννινα, κατεβήκαμε μου έδωσε ο οδηγός την βαλίτσα, κοίταξα υπήρξε πράγματι μια λίμνη όπως μου είχε περιγράψει ο Δημήτρης, αλλά εκείνος πουθενά, τον πήρα τηλέφωνο ήταν κλειστό.το στομάχι μου σφίχτηκε πανικοβλήθηκα
"δεν θα έρθει" σκέφτηκα,
αμέσως διαψεύτηκα μόλις είδα τον Δημήτρη να έρχεται τρέχοντας προς την μεριά μου, τακτοποιήσα γρήγορα τα μαλλιά μου, να κάνω καλή εντύπωση. Με πλησίασε και μου χαμογέλασε, τον αγκάλιασα.
-νόμιζες δεν θα έρθω ρε Λιάκο * ? τρόμαξες?
-η αλήθεια είναι πως ναι.. που ήσουν?
-απλώς άργησα λιγάκι
προσφέρθηκε να πάρει την βαλίτσα μου και περπατήσαμε μέχρι το σπίτι του φίλου του, αφήσαμε τα πράγματα έκανα ένα μπάνιο ντύθηκα και πήγαμε να φάμε και μετά σε μια καφετέρεια που λεγόταν Γαριβάλντι ή κάπως έτσι και μετά βόλτα ... ήταν πολύ όμορφα και ο Δημήτρης ακόμα πιο αστείος και καλός από κοντά ένιωθα πολύ οικεία μαζί του σαν να τον ήξερα χρόνια. πήγαμε σπίτι και μετά την επόμενη μέρα θα ήταν η πρώτη μέρα μας για κυνήγι.
Αναμφίβολα, η πρώτη μας επίσκεψη αφορούσε  τη λίμνη Παμβώτιδα που κλέβει πάντα την παράσταση με το καταπράσινο τοπίο της και τον πλούτο της σε ιχθυοπανίδα και ορνιθοπανίδα, αλλά κυρίως για τον πασίγνωστο θρύλο σύμφωνα με τον οποίο ο Αλή Πασάς έπνιξε στη λίμνη τυφλωμένος από πάθος, την κυρά Φρωσύνη που μου διηγήθηκε ο Δημήτρης βάζοντας και το αλατοπίπερο στην ιστορία. Σε δέκα λεπτά με ένα από τα καραβάκια που περίμεναν  πήγαμε στον Μώλο των Ιωαννίνων. Πάνω στο νησάκι διατηρείται, άλλωστε, ως μουσείο ένα από τα σπίτια του Αλή Πασά, αυτό στο οποίο σκοτώθηκε, όπου έχει  προσωπικά αντικείμενα αυτού και της κυρά Φρωσύνης, βγάλαμε αρκετές φωτογραφίες και πήραμε κάποια αναμνηστικά, αργά το βράδυ πήγαμε στο σπίτι πήραμε τα πράγματα και πήγαμε για κυνήγι δεν μπρορώ να ξεχάσω ακόμα τις φωνές που έβαλα εκείνο το βράδυ, και το πόσο γελάσαμε μετά...φτάσαμε στο σπίτι από το οποίο μου είχε στείλει φωτογραφίες στο email μου, δεν το αδικούσαν καθόλου οι φωτογραφίες ήταν ιδιαίτερα όμορφο και τεράστιο αλλά και πολύ τρομακτικό, κοιτάξαμε λιγάκι γύρω μας δεν ήταν κανείς μπήκαμε μέσα ήταν άδειο εντελώς, υπήρχαν παντού επιγραφές σατανιστών και σκουπίδια, αφού μαγνητοσκοπήσαμε λιγακί τραβήξαμε μερικές φωτογραφίες και βίντεο αποχωρήσαμε απογοητευμένοι... εκείνη την στιγμή που βγαίναμε ο Δημήτρης ήταν από πίσω μου εγώ νόμιζα ότι είχε βγεί έξω και με σκούντησε  να μου πει κάτι και εγώ τρομαγμένη άρχισα να φωνάζω και να τον χτυπάω, πεσμένοι κάτω και οι δυο γελούσαμε σαν χαζά για ώρα.
Την επόμενη μέρα επισκεφτήκαμε ο τεράστιο Κάστρο των Ιωαννίνων, που χρονολογείται από το 528 μ.Χ., έργο του αυτοκράτορα Ιουστινιανού με σκοπό να οχυρώσει το Βυζαντινό κράτος και διοικητικό κέντρο μετέπειτα κατά την τουρκοκρατία. Μέσα στα 200 του στρέμματα, το Κάστρο περιβάλει το τζαμί του Ασλάν Πασά, όπου σήμερα στεγάζεται το Δημοτικό Εθνογραφικό Μουσείο, το Ιτς Καλέ νοτιοανατολικά, όπου βρίσκονταν τα ανάκτορα του Αλή Πασά, καθώς και την παλιά πόλη των Ιωαννίνων., αυτά τα μάθαμε καθώς ακολουθούσαμε μια ομάδα ξεναγών και το παίζαμε τουρίστες με τα χάλια αγγλικά μας. πήγαμε για καφέ αργότερα και για ένα περίπατο αργά το βράδυ στους δρόμους και ξαναπιάσαμε και πάλι δουλειά και πήγαμε σε ένα δάσος κοντά ψάχνωντας για χρονοπύλες. άδικα. άλλη μια μέρα γυρίσαμε χωρίς ίχνος φαντασμάτων στην κάμερα μας...δεν ενοχληθήκαμε ιδιαίτερα περνούσαμε καλά η δυό μας άξιζε το ταξίδι μου.
Πήγαμε σπίτι παραγγείλαμε πίτσα και βλέπαμε ταινία όταν ξαφνικά ακούσαμε θόρυβο από το υπόγειο...μιας και το σπίτι ήταν μονοκατοικία δεν υπήρχε άλλος εκεί παρά μόνο εμείς...κατεβήκαμε τα σκαλια και πήγαμε κάτω. ήταν μια αποθήκη ή ένα μυστήριο που έκρυβε η γιαγιά του φίλου του Δημήτρη , η πόρτα ήταν κλειδωμένη, ψαξαμε παντού στο σπίτι για κλειδιά αλλά τίποτα. γεννιόταν μπροστά μας ένα μυστήριο και έπειτα από τόσες μέρες χαμένου κυνηγιού. μπορούσε να είναι τόσο κοντά μας το μυστήριο και εμείς να μην το είχαμε αντιληφθεί?!

ΒΙΒΛΙΟ 1 -ΧΡΟΝΟΠΥΛΕΣ




ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Είμαι βαθιά θλιμμένη πολλές φορές από τον τρόπο που συμπεριφέρονται οι άνθρωποι ο ένας στον άλλον, ειδικά τελευταία νιώθω μοναξιά από την οικογενειά μου, αλλά και από τους φίλους, τον άνθρωπο που αγαπάω κανείς δεν με καταλαβαίνει... σε παιδιά της ηλικίας μου αρέσει να βγαίνουν σε κλάμπ και καφετέριες εμένα μ αρέσει να κάθομαι να παρατηρώ τα άστρα, πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται την ζωή στους άλλους πλανήτες, τα ΑΤΙΑ,τα φαντάσματα, την μαγεία, νιώθω πιο άνετα μεταξύ ζώον παρά ανθρώπον έχω την αίσθηση ότι ήρθα εδώ στη γη για να επιτελέσω κάτι σημαντικό… ξέρω ναι ανήκω στο μεγάλο πληθυσμό που νομίζουν το ίδιο που ψάχνουν να βρούν το νόημα της ζωής , αλλά εμένα πλέον μου έχει γίνει εμμονή... έτσι άρχισα το ταξίδι της αναζήτησης μόνη μου...
Πρώτα απ΄ όλα μπήκα στον κόσμο των φαντασμάτων, δεν θα μπορούσα κιόλας να μην ξεκινήσω από το μεγαλύτερο μυστήριο... φάντασμά είναι η ψυχή ή το πνεύμα ενός νεκρού σώματος τι ενώνει τελικά μια ψυχή και ένα σώμα ?! εγώ μικρή είχα δημιουργήσει μια θεωρεία στο μυαλό μου, την ψυχή και το σώμα τους συνδέει μια αλυσίδα, όταν κόβεται η αλυσίδα χωρίζονται...οι "καλές ψυχές" πάνε στον ουρανό και ησχυχάζουν που το παρομοίαζα με τον παράδεισο και οι "κακές ψυχές" , μένουν κολλημένες με το σώμα τους μη μπορώντας να ησυχάσουν θαμμένες μέσα στο χώμα... μεγαλώνοντας η θεωρία μου άλλαξε λιγάκι... έμαθα τις διαστάσεις έμαθα για τις ψυχές που εγκλωβίζονται εδώ... και έτσι κατάλαβα ότι καμιά ψυχή δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί "κακή ", νομίζω ότι μετατρεπόμαστε σε κακές ψυχές.
Έτσι το ταξίδι μου από το ένα πήγαινε στο άλλο, στοιχειωμένα σπίτια, δαίμονες, μαγεία, χρονοπύλες, αστρικό ταξίδι, μετενσάρκωση κ.λ.π, βρήκα έτσι και ένα σίτε στο ίντερνετ και έγινε ακόμα πιο ενδιαφέρον...αρχικά στο σίτε γνώρισα την fantasy μια γυναίκα περίπου 40 χρονόν από την Ρόδο, σκέφτηκα αρχικά καλά τι κάνει αυτή εδώ δεν έχει να ασχοληθεί με πράγματα της ηλικίας της και αμέσως μίσησα τον εαυτό μου πως μπόρεσα να σκεφτώ με αυτόν τον τρόπο, ήταν απλώς ένας άνθρωπος που συνέχιζε ακόμα το ταξίδι για το νόημα της ζωής το μυστήριο...ένας άνθρωπος που αναζητάει τα ίδια με μένα, την συμπάθησα πολύ και έμαθα πολλά απ αυτήν , και κυρίως μου θύμησε ένα κομμάτι μου, που μου άρεσε να γράφω, ίσως να την ευχαριστούσα κάποτε γι αυτό., η συνέχεια ήταν να δημιουργήσω ένα blog το ghost hunters, και αργότερα να αναρτήσω στο σίτε ζητώντας την δημιουργία μιας ομάδας κυνηγών φαντασμάτων. Ανταποκρίθηκαν αρκετοί, αλλά το πιο σημαντικό ήταν ότι γνώρισα τον Δημήτρη, ένα παιδί  δεκαοχτώ χρονόν από τα Ιωάννινα, μου εξέφρασε το πάθος του για το μεταφυσικό αλλά και ότι θα ήθελε να συμμετέχει στην ομάδα αλλά δυστυχώς βρισκόταν Ιωάννινα και εγώ Αθήνα.  Διέκρινα ένα πάθος σ αυτό το αγόρι ήταν ψαγμένος και του άρεσε πολύ κάπως θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε και έτσι ανταλλάξαμε email και από κείνη την μέρα κατάλαβα ότι βρήκα την αδερφή ψυχή μου, ένα υπέροχο παιδί, ειλικρινής και αστείος με μια μικρή ανωριμότητα λόγο ηλικίας που την δικαιολογώ και με μια καλοσύνη από την πρώτη κιόλας στιγμή μου ζήτησε να με φιλοξενήσει Ιωάννια και ίσως έτσι να πηγαίναμε και για κυνήγι. δέχτηκα. ήταν μια πρόκληση δεν θα μπορούσα να αρνηθώ. περνούσαμε ατέλειωτες ώρες μιλώντας για το άγνωτο...
Με λένε Λιάνα λοιπόν και είμαι 20 χρονόν είμαι φοιτήτρια λογιστικής και θα σας διηγηθώ την ιστορία μου και του Δημήτρη σε ένα μαγικό ταξίδι γεμάτο μυστήριο και περιπέτεια.


ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΟΥ

Γράφω μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιήματα. Κάποια θα βρουν το δρόμο τους για εδώ. Αυτό είναι που θα βρείτε εδώ, κείμενα, ποιήματα, διηγήματα, κάποια σχόλια στα του κόσμου. Όλα όσα γράφει μια πένα, πολλές φορές και μέσα στην απόλυτη σιγαλιά της νύχτας.